3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΠΟΡΦΥΡΗ
Μπήκα σ' ένα κατάστημα
Μπήκα σ' ένα κατάστημα δίσκων και ζήτησα
τη Nathalie
ποιάναι η κυρία δεν την ξέρω ψιθύρισε
η μια στην άλλη πωλήτρια και χαχάνισε
σταχτί σκούρο χάχανο από βαρύ τσιγάρο και
σκληρό ποτό σε δωμάτιο σκυλάδικου τα
ξημερώματα Posters διασήμων ποδοσφαιριστών
τη Nathalie
με τον Ζιλμπέρ Μπεκό συνέχισα μη δίνοντας
σημασία με περιεργάστηκαν όπως προϊστορικό
τέρας αργοκύλησαν οι στιγμές σαν γεωλογικοί
αιώνες κάτι έχω ακουστά ψέλλισε η άλλη
τις έφερα σε δύσκολη θέση σκέφτηκα
ζήτησα συγγνώμη χιόνιζε ακόμα la place
rouge etait blance a cote de moi
pleurait
Nathalie
γερασμένη
ακουμπώντας στο άγαλμα του Μαγιακόβσκι
σακατεμένη από νόρμες και πεντάχρονα σχέδια.
Μετανάστες
Κοιτάξτε τους την ώρα που σχολάνε οι φάμπρικες
προχωράνε με βαρύ κουρασμένο βήμα και τα
κορμιά τους γερμένα προς την μεριά της πατρίδας
δέντρα μαστιγωμένα απ' το Βοριά.
Μοναξιά
Τάχε φροντίσει όλα από νωρίς
πολύ την παίδεψε εκείνος ο λεκές στο πάτωμα
ανεξήγητο-αναρωτήθηκε-πως έγινε; και
περιμένουμε ξένους ύστερα σκέφτηκε πως
ξεχειλίζει η μνήμη
τις νύχτες και λεκιάζει τα πάντα
κι όπως κάθησε στην πολυθρόνα σταυρώνοντας
τα χέρια την έπιασε μια αγωνία για την τύχη
των λουλουδιών π' ανοίγουν μόνο για μια μέρα
τόσο
που θέλησε κάποιον να χαϊδέψει ύστερα
αφέθηκε στην μοναξιά της όπως φύλλο στην
πτώση του.
Από την ποιητική συλλογή "Η πέμπτη έξοδος"
Μπήκα σ' ένα κατάστημα δίσκων και ζήτησα
τη Nathalie
ποιάναι η κυρία δεν την ξέρω ψιθύρισε
η μια στην άλλη πωλήτρια και χαχάνισε
σταχτί σκούρο χάχανο από βαρύ τσιγάρο και
σκληρό ποτό σε δωμάτιο σκυλάδικου τα
ξημερώματα Posters διασήμων ποδοσφαιριστών
τη Nathalie
με τον Ζιλμπέρ Μπεκό συνέχισα μη δίνοντας
σημασία με περιεργάστηκαν όπως προϊστορικό
τέρας αργοκύλησαν οι στιγμές σαν γεωλογικοί
αιώνες κάτι έχω ακουστά ψέλλισε η άλλη
τις έφερα σε δύσκολη θέση σκέφτηκα
ζήτησα συγγνώμη χιόνιζε ακόμα la place
rouge etait blance a cote de moi
pleurait
Nathalie
γερασμένη
ακουμπώντας στο άγαλμα του Μαγιακόβσκι
σακατεμένη από νόρμες και πεντάχρονα σχέδια.
Μετανάστες
Κοιτάξτε τους την ώρα που σχολάνε οι φάμπρικες
προχωράνε με βαρύ κουρασμένο βήμα και τα
κορμιά τους γερμένα προς την μεριά της πατρίδας
δέντρα μαστιγωμένα απ' το Βοριά.
Μοναξιά
Τάχε φροντίσει όλα από νωρίς
πολύ την παίδεψε εκείνος ο λεκές στο πάτωμα
ανεξήγητο-αναρωτήθηκε-πως έγινε; και
περιμένουμε ξένους ύστερα σκέφτηκε πως
ξεχειλίζει η μνήμη
τις νύχτες και λεκιάζει τα πάντα
κι όπως κάθησε στην πολυθρόνα σταυρώνοντας
τα χέρια την έπιασε μια αγωνία για την τύχη
των λουλουδιών π' ανοίγουν μόνο για μια μέρα
τόσο
που θέλησε κάποιον να χαϊδέψει ύστερα
αφέθηκε στην μοναξιά της όπως φύλλο στην
πτώση του.
Από την ποιητική συλλογή "Η πέμπτη έξοδος"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου