ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ

 




Αφιέρωμα 

 

 


Βιογραφικό Σημείωμα

ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ (1927-2021)

Ο Νίκος Φωκάς γεννήθηκε στην Κεφαλληνία το 1927. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αθήνα, όπου αργότερα σπούδασε φιλολογία και ιστορία-αρχαιολογία. Έχει ασκήσει διάφορα επαγγέλματα. Από το 1962 έως το 1972 υπηρέτησε στην Ελληνική Υπηρεσία του BBC, στο Λονδίνο, ενώ από το 1972 έως το 1974 εργάστηκε στην αγγλική πρωτεύουσα ως ελεύθερος δημοσιογράφος. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974 και εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση και το ραδιόφωνο έως το 1982. Στη συνέχεια, ταξίδεψε στις Η.Π.Α. ως προσκεκλημένος του Διεθνούς Προγράμματος Συγγραφέων και όταν επέστρεψε, αφιερώθηκε στη συγγραφή και τη μετάφραση λογοτεχνίας, καθώς και τη διδασκαλία δημιουργικής γραφής. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1954 με την ποιητική συλλογή "Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα". Έχει συμμετάσχει σε διάφορα ελληνικά και διεθνή συμπόσια και σεμινάρια για τη λογοτεχνία. Έχει τιμηθεί με το κρατικό Βραβείο Μετάφρασης (1994), με το βραβείο ποίησης του περιοδικού «Διαβάζω» (1997) για την ποιητική του συλλογή "Στον ποταμό Κολύμα" ( Αθήνα, Ύψιλον, 1997) και με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (2006) για το σύνολο του έργου του.


Ενδεικτική Βιβλιογραφία



• Αράγης Γιώργος, «Μερικά σχόλια στα Επιχειρήματα του Νίκου Φωκά», Ο Πολίτης64-65, 1983 (τώρα και στον τόμο Ασκήσεις κριτικής, σ.41-47. Αθήνα, Σοκόλης, 1990).
• Αργυρίου Αλεξ., «Νίκος Φωκάς», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.408. Αθήνα, Σοκόλης, 1982.
• Βέης Γιώργος, «Η κρίση του ποιητικού φωτός», Διαβάζω227, 29/11/1989, σ.83-85.
• Βρεττάκος Νικηφόρος, Επιθεώρηση ΤέχνηςΙΔ΄, 1961.
• Ζήρας Αλεξ., «Φωκάς Νίκος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
• Καλαμαράς Βασίλης, «Νίκος Φωκάς: Ναι, είμαι μεταφυσικός ποιητής», Διαβάζω387, 7-8/1998, σ.76-83 (συνέντευξη).
• Κεφαλάς Ηλίας, «Στη θέα της δεύτερης όψης των πραγμάτων», Διαβάζω137, 12/2/1986, σ.60-62.
• Κουλουφάκος Κώστας, «Νίκος Φωκάς, Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα», Επιθεώρηση ΤέχνηςΒ΄, ετ.Α΄, 10/1955, αρ.10, σ.336-337.
• Μπελεζίνης Ανδρέας, «Η στρατηγική και ποιητική της θεολογικής κενώσεως». Διαβάζω53, 5-6/1982, σ.79-81.
• Μπουκάλας Παντελής, Κριτική για τη συλλογή Ένα σημείο προσήλωσης, Η Καθημερινή, 8/2/1994.
• Νικορέτζος Δημήτρης, «Νίκου Φωκά: Στον ποταμό Κολύμα, Ποιήματα», Νέα Εστία143, 1-15/4/1998, ετ.ΟΒ΄, αρ.1698-1699, σ.575-578.
• Σιδέρη Αλόη, «Υπόδειγμα γλώσσας και κριτικής», Διαβάζω56, 9-10/1982, σ.135-137.
• Τσακνιάς Σπύρος, «Νίκος Φωκάς: Το κάλεσμα της αλεπούς. Ένα παραμύθι», Η λέξη111, 9-10/1992, σ.748-749.
• Φωστιέρης Αντώνης, «Νίκος Φωκάς: Ο μύθος της καθέτου», Η λέξη11, 1/1982, σ.65-66.


Εργογραφία


(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Ποίηση
• Ποίημα. Αθήνα, 1947.
• Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα. 1954.
• Δυο φορές το ίδιο όνειρο. Αθήνα, Δίφρος, 1957.
• Μάρτυρας μοναδικός. 1961.
• Προβολή πάνω σε γαλάζιο. Αθήνα, Ερμείας, 1972.
• Συλλυπητήρια σε μια μέλισσα. 1976.
• Παρτούζα ή ένα κλείσιμο ματιού. Αθήνα, Εστία, 1981.
• Πρόοδοι εν προόδω. Αθήνα, Ωλίν, 1981.
• Ο μύθος της καθέτου. Αθήνα, Κρύσταλλο, 1981.
• Προβολέας στα μάτια. Αθήνα, Κρύσταλλο, 1985.
• Γκρίζο χρώμα θερμό. Αθήνα, Κρύσταλλο, 1989.
• Ένα σημείο προσήλωσης. Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1993.
• Κοχυβαδάκια (δεκαπέντε γλωσσοκεντρικά ποιήματα). Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1995.
• Στον ποταμό Κολύμα. Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1997.
ΙΙ.Δοκίμια
• Επιχειρήματα για τη γλώσσα - για τη λογοτεχνία. Αθήνα, Εστία, 1982.
• Το γλωσσικό μας πρόβλημα είναι εξωγλωσσικό. 1991.
ΙΙΙ.Πεζογραφία
• Το κάλεσμα της αλεπούς (ένα παραμύθι). Αθήνα, Εστία, 1991.
ΙV. Μεταφράσεις
• Προσπέρ Μεριμέ, Κάρμεν. 1983.
• Καίη Τσιτσέλη, Το χαμένο πάτωμα. 1984.
• Γιάννους Γκλοβάσκι, Γενική απεργία. 1985.
• Τόμας ντε Κουίνσι, Εξομολογήσεις ενός Άγγλου οπιοφάγου - Suspiria de profundis. 1986.
• Καρόλου Μπωντλαίρ, Τεχνητοί παράδεισοι. 1986.
• Ιωάννου Μέγεντορφ, Βυζάντιο και Ρωσία. 1988.
• Αξελός Κώστας, Ανοιχτή συστηματική. 1989.
• Τζόναθαν Καριάρα, Αμφίβολη συγκομιδή. 1989.
• Τόμας Χάρντυ, Η τρισαγαπημένη. Αθήνα, Κρύσταλλο, 1989.
• Κάρολου Μπωντλαίρ, 15 ποιήματα. Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1994.
• Satre J.P., Μπωντλαίρ. Αθήνα, Ολκός, 1995.
• Αμαλία Φλέμιγκ, Προσωπική κατάθεση. 1995.
• Φροστ Ρ., 25 Ποιήματα. Αθήνα, Δελφίνι, 1997.

 

 

Βίλα Κούνδουρου

 

Πρώτη φορά

σ` αυτό το συμπαθές παρκάκι

εφίλησα κορίτσι εις το στόμα

Ολούθε αλμυρίκια

παγκάκια δω και \’κει

η θάλασσα να επευφημεί

κείνο το παιδικό κατόρθωμα

Του έρωτος

τ` άνοιγμα των σπηλαίων

Θωπεύματα – παφλάσματα κυμάτων

επί τραχέων βράχων

διέγερση σαν δένδρο ευθυτενής

λυσιτελής αγκίστρωση σε χείλη κορασίδος

απαγορεύσασα την χειρ μου να εισέλθει

εις τους ναούς της ζωοδόχου της πηγής

Καθώς εκείνη έκρινε ως όφελος

Ως μια γαλούχηση υψίστης σημασίας

ουχί μονάχα την ηδονή ν` αδράξει

αλλά συνάμα σιωπηρώς να διαφυλάξει

τινών σημείων της

την ανεξαρτησία

Δεν ήτο αγάπη

ούτε μια ανασφάλεια

ούτε μια μυθοποίηση

το αναφερθέν κορίτσι

Δεσμοί φιλίας η πλεκτάνη μας

όχι έρωτος δεσμά

Βρέθηκα εδώ να μαραζώνω

Το όσιο μάθημα λησμόνησα

Τοποθετών επί του έρωτος απάτη

κτίση

και άλλα προσωπεία

εις εγωισμών υπέπεσα τη νοσηρή φενάκη

βρέθηκα δω να μαραζώνω

σ` αυτό

το συμπαθές παρκάκι 


 

Μία λύση πρακτική (χωρίς πομπώδη λόγο και άλλες μαλαγανιές)

 

Πόσο θα `ταν ωφέλιμο πόσο λειτουργικό

να έδινα ότι σου `λειπε και το χα πολύ εγώ

Πόσο όμορφα θα ήτανε απ` τα πολλά κιλά

να έδινε ο υπέρβαρος σε κάποιον που πεινά

Λίγη υπερανάλυση λίγο σταρχιδισμό

κάτι πιο αλληλέγγυο ή λίγο εγωισμό

Κι ο πλούσιος να έδινε χρήματα στον φτωχό

μʼ αντάλλαγμα την ηδονή που φέρει το λιτό

Ο ηδονιστής να πρόσφερε σπέρμα με το κιλό

και ο ανέραστος τον έρωτα τον λίαν πνευματικό

Οι φιλoσόφοι να` βρισκαν μια λύση πρακτική

ν` ατένιζαν τον ουρανό οι μαθηματικοί

Ολίγη εγκαρδιότητα μια στάλα κυνισμό

και στην υπερπρoσκόλληση λιγ` ωχαδερφισμό

Δυο στίχους Καρυωτάκικους στον Εμπειρικισμό

και ωμή πραγματικότητα στον σουρεαλισμό

Μία ανάσα αβρότητας στο αντικοινωνικό

και λίγη βιαιότητα στο άκρως παθητικό

Δυο νότες να διατάρασσαν την άγονη σιωπή

και την λεξιθηρία μου μία υβρεοπομπή

Και μέσα στο οξύμωρο που υφίσταται στη γη

να `χαμε εικόνα εαυτού πολυπρισματική

Και να αφουγκραζόμασταν κάθε πνιχτή φωνή

ω ποία ζωτική αρμονία θα είχε εδραιωθεί

Και ο θάνατος θα ήτανε κομμάτι της ζωής

κι ο άνθρωπος ευαγγελιστής της θεϊκής ορμής 



Νυχτολούλουδο

 

Τα μάτια της εδάκρυσαν,

πνιχτά αναφιλητά

ξεχύθηκαν. Αυτοστιγμεί

τα στήθη της μαρμάρωσαν

– τι είναι η ζωή ;- .

Παραμιλά

και λέει και ξαναλέει.

\” Θεέ, θεών φονιά,

εστέρεψαν τα δάκρυα,

πια άλλο η καρδιά δεν κλαίει,

στης τρέλας τα παλάτια,

μόνο θυμάται και γελά\”.

Ήταν ο γιος της ο μικρός,

το νυχτολούλουδό της

– της είχε πει πως θα \’φευγε –

μα φθάνει σήμερα νεκρός

– της είπε δεν θα γύρναγε –

ξανά στο πατρικό της. 



Πάρκινσον

 

Εσύ ο διπρόσωπος με το στραμμένο
Πρόσωπο προς εμάς, ενώ με τ’ άλλο
Το αόρατό μας άγνωστο ποιον βλέπεις,
Με ποιον μιλάς – εσύ ο ενώπιόν μας,

Σαν κάποιος που όπως λένε έχει τα μέσα
Με τις αρχές και του περνάει ο λόγος.
Σκύψε από την εικόνα σου και πιάσε
Το χέρι που έσφαξε και τώρα τρέμει! 



Ραδιόφωνο

 

Χαμήλωσα στο ελάχιστο τον ήχο
Κι οι πρόστυχες φωνές αυτοστιγμεί
Ακούγονται σαν ψίθυρος αγνές·
Σαν ψίθυρος μαζί με τις φωνές
Οι γλωσσικοί βιασμοί κι οι ξενισμοί
Που δεν απαριθμούνται σ’ ένα στίχο.

Διότι αν πρέπει να ’χω τέτοια γλώσσα
Με σόου τζάκποτ ζάπινγκ και τι-βι
Την καταργώ καλλίτερα εντελώς
Κι ας μείνει μόνο ως ψίθυρος απλός
Μιας πίστης υπενθύμιση ακριβή
Καθώς κοιτώ τα σύννεφα στην Όσσα. 




Σε συνομήλικο

Θα πεθάνουμε μια μέρα.
Σε είκοσι χρόνια το πολύ δεν θα υπάρχουμε πια.
Και τι 'ναι είκοσι χρόνια. Τίποτα!
Όσο το διάστημα από τα Ιουλιανά
Περίπου μέχρι σήμερα- φρίκη, φρίκη να το σκεφτείς!
Ναι, μια μέρα, αύριο κιόλας ίσως, θα πεθάνουμε.
Αυτό που ακούς σου είναι γνωστό φυσικά
Ανιαρά γνωστό μάλιστα δεν το αρνούμαι.
Είναι μια κοινότατη φράση που τη λέμε συνέχεια.
Αλλά όσο πιο γνωστό τόσο εγώ πιο πολύ
Το φέρνω μέσα μου σαν μυστικό.

Σαν μυστικό λοιπόν στο λέω τώρα.

 

 

Στην Ποίηση

 

Διατί ν αποτελείς το ζοφερό μου καταφύγιο (;)

ωσάν βραχώδες σπήλαιο

ωσάν πληγή λαλούσα

το ρέον αίμα εξαπατάς

κτερίσματα αναμοχλεύεις.

Μα εμέ

υπό την απαστράπτουσα ερημία

υπό το θαμβός της φυσικής σου γύμνιας

ου δύνασαι ναρκώσεις

Μήτε γοητεύεις πιότερο

μήτε μπλιο σαγηνεύεις.

Διότι η ουσία η στιλπνή χαμέρπεται εις τις λέξεις

και γω αφελώς εννόησα ότι την εκατέχεις

μα η κατοχή κι η νάρκη σου και η πομπή σου η στείρα

γεννά αχλές εκρέουσες σε κίβδηλους αιθέρες.

Ωσεί διαλείπον εκκρεμές

απομυζείς τα εντός μου

τις άηχες ταλαντώσεις μου

τις πιο καλές μου ημέρες 



Ταξιδεύοντας σε Ιαπωνία και Κίνα

 

Σαν κίνησε ο Κ. για την Ασία ,

τον φίλο του τον καρδιακό

συνάντησε στην Κίνα.

Ευφράνθηκε αυτός, μια δεκαετία

– του είπε – έχω να σε δω.

Τι βρήκες στα ταξίδια σου εκείνα ;

Τι έκαμες τόσον πολύν καιρό ;

( περίμενε μ\’ ανυπομονησία)

Ο Κ. εθώριε το κενό.

– Τίποτα· το τίποτα έχω μόνο να σου πω – .



Το δικαίωμα ενός κήπου

 

Τώρα η θάλασσα, τα λίγα σπίτια, οι λίγες φωνές
Μας κάνουν το αρχικό καλό. Δεν υπάρχει κι άλλο.
Κάποτε το δικαίωμα της αγάπης που έχουν όλα,
Δίχως εξαίρεση τα πουλιά,
Μας ξυπνά μέσα στη νύχτα μ’ έναν ιδρώτα.
Κάποτε το δικαίωμα ενός κήπου, το δικαίωμα να πετάξουμε.
Κάποτε ξεκινούμε πάλι μες στον ύπνο
Απ’ τη μήτρα της μητέρας μας για μια νίκη…
Τώρα ένα πεύκο στραβό ριζωμένο στον ήλιο,
Προλαβαίνει την κούραση και,
Πιο πράσινο, συγκρατεί την οργή
Του ανθρώπου που δεν μπόρεσε να υπάρξει.
Κρώξιμο πουλιού, βέβαιος θάνατος.
Στον ήσκιο του από κάτω επιθύμησα, παιδί, τον εαυτό μου,
Πρώτη φορά, κι ακούμπησα στον ώριμο κορμό
Ήσυχος από προφητεία 

 

 


 















Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΜΙΚΡΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΥΝΑΙΚΑ

ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ

ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ Χ.Φ. ΛΑΒΚΡΑΦΤ: ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ ΚΑΙ ΤΟ ΕΒΡΑΪΚΟ ΖΗΤΗΜΑ