3 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΚΟΒΑΝΗ
Μας ήρθε μια καινούργια εργάτρια
Ο χειρότερος θάνατος
Μας ήρθε μια καινούργια εργάτρια.
Είναι 16 χρονών κι οι ώρες της ζωής της
θα γίνουν σκληρά μεροκάματα.
Την έφερε ο πατέρας της ωραία και ντροπαλή,
σαν να την πήγαινε περίπατο στη θάλασσα.
Κορδέλες στα μαλλιά και πηδήματα…
Θα φτιάχνει 40.000 κουτιά τη βδομάδα,
για να μπορεί ν’ αγοράσει ένα φουστάνι
με τριαντάφυλλα κι ανεμώνες.
Τώρα μπορούν να τη φωνάζουν οι φίλες τις Κυριακές.
Μας ήρθε μια καινούργια εργάτρια,
είναι 16 χρονών κι άφησε τη γειτονιά της,
τ’ ανυπόμονα διαλείμματα του σχολείου της,
για να σηκώνεται χαράματα νυσταγμένη
πεζοπορώντας να φυτοζωήσει.
Σήμερα φέρτε μια χειραψία απ’ τον κόσμο της,
μην ταραχτεί και μας πεθάνει
κάτω από τ’ άψυχα βογκητά των μηχανών
μια μικρή εργάτρια 16 χρονών.
Ο χειρότερος θάνατος
Όσοι γλίτωσαν,
από τις σφαίρες του πολέμου,
τα βασανιστήρια, τις εξορίες
και την αβάσταχτη πείνα,
βρήκαν -οι πιο πολλοί!-
χειρότερο θάνατο.
Τα ονόματά τους:
Στο κοιμητήρι του χρήματος.
από τις σφαίρες του πολέμου,
τα βασανιστήρια, τις εξορίες
και την αβάσταχτη πείνα,
βρήκαν -οι πιο πολλοί!-
χειρότερο θάνατο.
Τα ονόματά τους:
Στο κοιμητήρι του χρήματος.
Η Κυριακή των νεοσυλλέκτων
Της τό 'χα γράψει:
Την Κυριακή να ρθεις στην πύλη
και να φωνάξεις τ' όνομά μου.
Κώστας Κοβάνης, πρώτος λόγος, δευτέρα διμοιρία.
Δε θα μπορούσες να με γνωρίσεις,
μέσ' στη φαρδιά στολή του φαντάρου
την ηλικία της οιμωγής θα ξεχώριζες.
Πρώτα θα σού 'γνεφα μ' ανησυχία
και τ' όνομά σου θα προσπαθούσα
να σώσω, πριν μου το πάρουν λυγμοί.
Ταραγμένος από στοργή
θα σ' αγκάλιαζα και συ φοβισμένη
θα με ρωτούσες αν είμαι καλά,
αν δυο κουβέρτες φτάνουν να μη κρυώνω,
αν μπορώ να σε θυμάμαι πια...
Στα τείχη του στρατοπέδου σκαρφαλωμένοι
ζηλεύουμαι τους τελευταίους επισκέπτες που φεύγουν.
-Την άλλη Κυριακή θα ξαναρθούμε, την άλλη...
Στο λόχο, στο λόχο, στο λόχο, ο σαλπιγκτής.
-Στη μάνα μου πέστε πως υγιαίνω...
Στο λόχο, στο λόχο, στο λόχο, ο σαλπιγκτής.
Στο ξίφος του σκοπού
η Κυριακή των νεοσυλλέκτων
σβήνει τα τελευταία της χρώματα,
σαν τις γλυκές φωνές που σβήστηκαν και πάνε...
...Της το 'χα γράψει, συνάδερφε:
την Κυριακή να ρθεις στην πύλη
και να φωνάξεις τ' όνομά μου.
Κώστας Κοβάνης, πρώτος λόγος, δευτέρα διμοιρία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου