ΘΩΜΑΣ ΓΚΟΡΠΑΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Θωμάς Γκόρπας γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1935 στο Μεσολόγγι και απεβίωσε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2003.
Από το 1975 έως το 1980 έζησε στο Παρίσι. Υπήρξε συντάκτης στις εφημερίδες Ημερήσιος Τύπος, Μεσημβρινή, Εξπρές, Νέα Πολιτεία. Ήταν σύμβουλος έκδοσης της Ποιητικής Αντι-Ανθολογίας του Δημήτρη Ιατρόπουλου.
Πρωτοεμφανίστηκε ως ποιητής στο έκτο τεύχος του περιοδικού "Ο Λογοτέχνης" τον Ιανουάριο του 1957 με το ποίημα "Αθήνα 1956, οδός Αθηνάς". Πρώτη ποιητική συλλογή του ήταν η "πλακέτα" "Σπασμένος καιρός" του 1957. Συνολικά συνέγραψε εννέα ποιητικές συλλογές και μια δεκάτη, το 1995, συγκεντρωτική, σύμφωνα και με το "σχεδίασμα εργοβιβλιογραφίας" της Μ. Θεοδωρίδου [1]. Τελευταίο βιβλίο του ήταν το 1995 το "Ισιδώρα! Ισιδώρα! Ο τραγικός έρωτας της Ντάνκαν με τον ποιητή Γεσένιν".
ΠΗΓΗ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Μάταια κυνήγησα τα μάτια που ονειρεύονται στους άλλους τόπους.
Πολλές φορές βρήκα την άκρη μα όσες τη βρήκα χάθηκα μαζί της.
Είχαμε μια παρέα κάποτε τα πάντα είχαμε και τίποτα δεν είχαμε
ανάμεσα στα πλούσια δάχτυλά μας είχαμε φτωχά τσιγάρα
Τέλειον Ξάνθης Κιρέτσιλερ και Έθνος χύμα …
Χίλιες φορές κοιμήθηκα με το τσιγάρο αναμμένο
απ’ άλλα κάηκα κάηκα έγινα στάχτη μέσα από τη στάχτη μου
ξαναγεννήθηκα ο ίδιος κι απαράλλαχτος
μόνο λιγάκι πιο προσεκτικός με τους χαφιέδες …
Τελευταία τσιγάρα τελευταία λεφτά και τελευταίο μπάνιο
θλίψη μαύρη δροσιά και θλίψη προκαταβολή της ευτυχίας
παντέρημη πλαγιά βελανιδότοπος και ένας βράχος
θαυματουργός που έγινε γυναίκα σιωπηλή γυναίκα
μια απαρηγόρητη γυναίκα που έγινε βράχος
θαυματουργός βράχος πατρίδα χαμένη κερδισμένη πού πατρίδα
πού βράχος γυναίκα και γυναίκα βράχος και βράχος βράχος
πάει
τρελάθηκε η ποίηση
τρελάθηκα τρελάθηκες τρελάθηκε
τα ρήματα τα σύρματα τα σήματα τα σήμαντρα
ένα κελάηδισμα το ίδιο πάντα
άαααα …
πόσο μεγάλο είναι το ρεμπέτικο …
Χωρίς μπογιές στο πρόσωπο
Χωρίς κακόν άνεμο στα μάτια.
Ο προϊστάμενος της έδειξε την εξουσία του
Η συνάδελφος την ομορφιά της που δεν είχε
Ο συνάδελφος μια ηλιθιότητα
Που της συννέφιασε το πρόσωπο […]
Όμως ήταν κοπέλα που δεν ξέρει την εξουσία
Που ξέρει να κυβερνάει την ομορφιά της…
Μα προπαντός
Ήταν κοπέλα που έμαθε με πολύ κόπο
Να ξανακερδίζει την καρδιά της
Ήταν απλώς μια εργαζόμενη κοπέλα
Κ’ έσερνε πίσω της το μέλλον δύσκολο μα βέβαιο.
Περιστατικό στην οδό Σταδίου
Ένα παιδί σωριάστηκε μες στη γιορτή του δρόμου.
Ήταν τα μάτια του άγρια ξένα και βυθισμένα.
Το κεφάλι του στην πέτρα βρόντηξε ξεβρόντηξε
το κορμί του σαν το ελάφι και σαν τ' άλογο.
Απ' το στόμα του πετάχτηκαν αφροί
κι έπαιξαν στα μάτια σας
απ' το στόμα κι απ' τη μύτη τίναξε το αίμα του
που έκατσε στα μάτια σας κι άρχισε να κλαίει.
– - Από πείνα. Είπατε.
Τα πόδια σας πώς είναι ακόμα ανάλαφρα για τον περίπατό σας;
- Από πείνα. Είπατε.
Τα χέρια σας πώς ξεριζώθηκαν ωραίοι μου από τους ώμους σας;
- Από πείνα. Είπατε.
Τα μάτια σας πώς σκοτεινιάσαν μπρος σε τόσα χρώματα και φώτα;
- Από πείνα. Είπατε.
Σηκώστε το λοιπόν να μη βουλιάξει ο δρόμος...
(Περιστατικό στην οδό Σταδίου, 1957)
Απόφοιτοι Γυμνασίου
Μνήμη Γιώργη Ζάρκου
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Εσύ που στο σχολείο σήκωνες το χέρι για να πεις
Όχι το μάθημα μα την αλήθεια
Σήκωνε πάντα αυτό το χέρι που το γέννησε
Της δικαιοσύνης ο καημός κ’ η σιγουριά του αύριο.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνάσιου
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε τραπέζια καφενείων
Καταχνιασμένων από την τσιγαρίλα
Και τις ανάσες πεινασμένων
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε μεγάλες πόρτες
Που Δε θ’ ανοίξουν ποτέ από μέσα.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Είσαι η φωτιά που ετοιμάζει η απελπισία
Και θα κάψει τις σημαίες των αρχόντων.
Και αν το ψωμί κ’ η γνώση ανταλλάσσονται
Με τ’ άλλο χαρτί που εσύ δεν έχεις
Μην αρνηθείς γι’ αυτό το ρόλο που σου ανάθεσε ο καιρός.
Οι μέρες μας κυλούν σαν χειμωνιάτικα ποτάμια
Στους δρόμους φέγγουν φαναράκια μίσους
Στους δρόμους αλαφιάζονται οι μικρές παρέες
Καθώς απ’ τις γωνιές οι μισθοφόροι
Με στιλέτα ξεμπουκάρουν και παγίδες.
Όμως τα δαγκωμένα λόγια ακολουθούν τραγούδια.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Θωμάς Γκόρπας γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1935 στο Μεσολόγγι και απεβίωσε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2003.
Από το 1975 έως το 1980 έζησε στο Παρίσι. Υπήρξε συντάκτης στις εφημερίδες Ημερήσιος Τύπος, Μεσημβρινή, Εξπρές, Νέα Πολιτεία. Ήταν σύμβουλος έκδοσης της Ποιητικής Αντι-Ανθολογίας του Δημήτρη Ιατρόπουλου.
Πρωτοεμφανίστηκε ως ποιητής στο έκτο τεύχος του περιοδικού "Ο Λογοτέχνης" τον Ιανουάριο του 1957 με το ποίημα "Αθήνα 1956, οδός Αθηνάς". Πρώτη ποιητική συλλογή του ήταν η "πλακέτα" "Σπασμένος καιρός" του 1957. Συνολικά συνέγραψε εννέα ποιητικές συλλογές και μια δεκάτη, το 1995, συγκεντρωτική, σύμφωνα και με το "σχεδίασμα εργοβιβλιογραφίας" της Μ. Θεοδωρίδου [1]. Τελευταίο βιβλίο του ήταν το 1995 το "Ισιδώρα! Ισιδώρα! Ο τραγικός έρωτας της Ντάνκαν με τον ποιητή Γεσένιν".
ΠΗΓΗ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Τσιγάρα
μνήμη Μάριου ΧάκκαΜάταια κυνήγησα τα μάτια που ονειρεύονται στους άλλους τόπους.
Πολλές φορές βρήκα την άκρη μα όσες τη βρήκα χάθηκα μαζί της.
Είχαμε μια παρέα κάποτε τα πάντα είχαμε και τίποτα δεν είχαμε
ανάμεσα στα πλούσια δάχτυλά μας είχαμε φτωχά τσιγάρα
Τέλειον Ξάνθης Κιρέτσιλερ και Έθνος χύμα …
Χίλιες φορές κοιμήθηκα με το τσιγάρο αναμμένο
απ’ άλλα κάηκα κάηκα έγινα στάχτη μέσα από τη στάχτη μου
ξαναγεννήθηκα ο ίδιος κι απαράλλαχτος
μόνο λιγάκι πιο προσεκτικός με τους χαφιέδες …
Τελευταία τσιγάρα τελευταία λεφτά και τελευταίο μπάνιο
θλίψη μαύρη δροσιά και θλίψη προκαταβολή της ευτυχίας
παντέρημη πλαγιά βελανιδότοπος και ένας βράχος
θαυματουργός που έγινε γυναίκα σιωπηλή γυναίκα
μια απαρηγόρητη γυναίκα που έγινε βράχος
θαυματουργός βράχος πατρίδα χαμένη κερδισμένη πού πατρίδα
πού βράχος γυναίκα και γυναίκα βράχος και βράχος βράχος
πάει
τρελάθηκε η ποίηση
τρελάθηκα τρελάθηκες τρελάθηκε
τα ρήματα τα σύρματα τα σήματα τα σήμαντρα
ένα κελάηδισμα το ίδιο πάντα
άαααα …
πόσο μεγάλο είναι το ρεμπέτικο …
Πώς μας κέρδισε μια κοπέλα
Ήρθε μια κοπέλα στο γραφείο μας το πρωίΧωρίς μπογιές στο πρόσωπο
Χωρίς κακόν άνεμο στα μάτια.
Ο προϊστάμενος της έδειξε την εξουσία του
Η συνάδελφος την ομορφιά της που δεν είχε
Ο συνάδελφος μια ηλιθιότητα
Που της συννέφιασε το πρόσωπο […]
Όμως ήταν κοπέλα που δεν ξέρει την εξουσία
Που ξέρει να κυβερνάει την ομορφιά της…
Μα προπαντός
Ήταν κοπέλα που έμαθε με πολύ κόπο
Να ξανακερδίζει την καρδιά της
Ήταν απλώς μια εργαζόμενη κοπέλα
Κ’ έσερνε πίσω της το μέλλον δύσκολο μα βέβαιο.
Περιστατικό στην οδό Σταδίου
Ένα παιδί σωριάστηκε μες στη γιορτή του δρόμου.
Ήταν τα μάτια του άγρια ξένα και βυθισμένα.
Το κεφάλι του στην πέτρα βρόντηξε ξεβρόντηξε
το κορμί του σαν το ελάφι και σαν τ' άλογο.
Απ' το στόμα του πετάχτηκαν αφροί
κι έπαιξαν στα μάτια σας
απ' το στόμα κι απ' τη μύτη τίναξε το αίμα του
που έκατσε στα μάτια σας κι άρχισε να κλαίει.
– - Από πείνα. Είπατε.
Τα πόδια σας πώς είναι ακόμα ανάλαφρα για τον περίπατό σας;
- Από πείνα. Είπατε.
Τα χέρια σας πώς ξεριζώθηκαν ωραίοι μου από τους ώμους σας;
- Από πείνα. Είπατε.
Τα μάτια σας πώς σκοτεινιάσαν μπρος σε τόσα χρώματα και φώτα;
- Από πείνα. Είπατε.
Σηκώστε το λοιπόν να μη βουλιάξει ο δρόμος...
(Περιστατικό στην οδό Σταδίου, 1957)
Απόφοιτοι Γυμνασίου
Μνήμη Γιώργη Ζάρκου
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Εσύ που στο σχολείο σήκωνες το χέρι για να πεις
Όχι το μάθημα μα την αλήθεια
Σήκωνε πάντα αυτό το χέρι που το γέννησε
Της δικαιοσύνης ο καημός κ’ η σιγουριά του αύριο.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνάσιου
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε τραπέζια καφενείων
Καταχνιασμένων από την τσιγαρίλα
Και τις ανάσες πεινασμένων
Τα χέρια σου ανεβοκατεβαίνουν
Πάνω σε μεγάλες πόρτες
Που Δε θ’ ανοίξουν ποτέ από μέσα.
Νεολαίε με το χαρτί του γυμνασίου
Είσαι η φωτιά που ετοιμάζει η απελπισία
Και θα κάψει τις σημαίες των αρχόντων.
Και αν το ψωμί κ’ η γνώση ανταλλάσσονται
Με τ’ άλλο χαρτί που εσύ δεν έχεις
Μην αρνηθείς γι’ αυτό το ρόλο που σου ανάθεσε ο καιρός.
Οι μέρες μας κυλούν σαν χειμωνιάτικα ποτάμια
Στους δρόμους φέγγουν φαναράκια μίσους
Στους δρόμους αλαφιάζονται οι μικρές παρέες
Καθώς απ’ τις γωνιές οι μισθοφόροι
Με στιλέτα ξεμπουκάρουν και παγίδες.
Όμως τα δαγκωμένα λόγια ακολουθούν τραγούδια.
Πολύ δυνατή ποίηση (ειδικά τα Περιστατικό στην οδό Σταδίου και Απόφοιτοι Γυμνασίου είναι τέλεια)...
ΑπάντησηΔιαγραφή